Ότι προηγείται αποτελεί διαφημιστικό υλικό και δεν αφορά τη σελίδα


 

 

Σωτήρης Λιόντος

 

 

ΘΕΩΡΗΜΑ ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑΣ

(Μια υπεράσπιση του υπερρεαλισμού)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Vishnu & Lakshmi (1991), σχέδιο του Σωτήρη Λιόντου

 

 

 

 

Something about surrealism brings out

the killer instinct in the majority of critics.

J.H. Matthews

 

Είναι απίστευτος και τελείως εξωφρενικός ο εσμός ανοησιών και αθλιοτήτων που έχουν κατά καιρούς γραφτεί και συνεχίζουν να γράφονται από ξένους και έλληνες, υποτιθέμενους ειδικούς αλλά και άσχετους, αρθρογράφους παντός είδους, για τον υπερρεαλι­σμό. Με απίστευτες ανακρίβειες, ελαφρότατη προ­σέγγιση, μειωτικά ή χλευαστικά σχόλια, εστιασμένα σχεδόν πάντοτε στα άτομα, την προσωπική τους ζωή και τις ιδιαιτερότητές της, προσπαθούν με κάθε τρόπο να ελαχιστοποιήσουν την αξία του υπερρεαλι­σμού, να αλλοιώσουν και να παραποιήσουν το ιδεο­λογικό του περιεχόμενο και να εξευτελίσουν τα πνευματικά του επιτεύγματα, σπεύδοντας πάντα να ορίσουν το αμετάκλητο τέλος του, προσδιορίζοντάς το χρονικά όπου βολεύει τον καθένα. Άλλοι παρου­σιάζουν τον υπερρεαλισμό ως ένα καλλιτεχνικό κίνημα που ξεκίνησε με τις ευγενικότερες προθέ­σεις, αλλά οι εσωτερικές του αντιφάσεις και οι προ­σωπικές και ιδεολογικές έριδες των μελών του εξα­σθένισαν την αρχική του ορμή και εξάντλησαν τις δυνατότητές του, ταυτίζοντας λανθασμένα πτυχές της ιστορικής πορείας του γαλλικού υπερρεαλιστι­κού κινήματος με τον υπερρεαλισμό ως γενικότερη έννοια και φιλοσοφία. Άλλοι κακεντρεχείς ή ημιμα­θείς αμφισβητούν την ίδια την φυσιογνωμία του υπερρεαλισμού, την προσφορά του και την αξία των γραπτών και εικαστικών του έργων, ισχυριζόμενοι πως ο υπερρεαλισμός δεν ήταν παρά ένα μηδενιστι­κό κίνημα ναρκισσιστικής συμπεριφοράς αστών δια­νοουμένων, οι οποίοι απλώς προσπαθούσαν να δια­σκεδάσουν την μεσοπολεμική ανία τους μέσω της πρόκλησης σκανδάλων και της αυτοκαταστροφής, διακηρύσσοντας την ιδεολογική σύγχυση και προτεί­νοντας τον παραλογισμό ως υπέρτατη μορφή τέχνης. Ο καθένας από την δική του θεωρητική ή τελείως αστοιχείωτη σκοπιά και σύμφωνα με τις παγιωμένες του αρχές, πεπεισμένος για το αλάθητο της γνώμης του και το αλαζονικό αίσθημα παντογνωσίας που αποκτά λόγω της θέσης που κατέχει στον χώρο των μέσων διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, πάντα τείνει να υποτιμά αυτό που δεν καταλαβαίνει ή δεν επιθυ­μεί να κατανοήσει εφόσον αυτό υπερβαίνει την αντι­ληπτική του ικανότητα ή τις εδραιωμένες αντιλήψεις του.

Έτσι και το θέμα του υπερρεαλισμού αντιμετω­πίζεται τις περισσότερες φορές εντελώς πρόχειρα, επιπόλαια και επιφανειακά, με έλλειψη επαρκούς γνώσης του θέματος και πειστικών επιχειρημάτων ή με περιπαικτική διά­θεση και λοιδορία, διαστρεβλώνοντας γεγονότα και παραποιώντας αυθαίρετα τις αρχές, το περιεχόμενο και τις επιδιώξεις του. Όλες όμως οι απόψεις αυτές συγκλίνουν στο ότι ο υπερρεαλισμός αποτελεί σήμερα ένα είδος εν ανεπαρκεία, ένα αισθητικό ρεύμα ξεπερασμένο, ένα κίνημα που εφόσον έπαψε να δραστηριοποιείται σε οργανωμένη μορφή έχει κλεί­σει οριστικά τον κύκλο ζωής του και οποιαδήποτε σύγχρονη προσέγγισή του αφορά μονάχα το ιστορι­κό του παρελθόν, μέσα στα όρια του οποίου τοποθε­τείται δίπλα στον ένα ή άλλο “ισμό” που προηγήθηκε ή θεωρητικά τον διαδέχθηκε. Όσον αφορά την τοπο­θέτηση του υπερρεαλισμού στο σύγχρονο πνευματι­κό και πολιτιστικό περιβάλλον, αυτή συνίσταται στην απλή επίδρασή του, που μπορεί να ανιχνευθεί στον χώρο της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου ή των γραφικών τεχνών και πέρα από εκεί πουθενά. Όμως ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις ο όρος “υπερρε­αλισμός” χρησιμοποιείται αυθαίρετα και καταχρη­στικά, χαρακτηρίζοντας γεγονότα ή δημιουργήματα που δεν έχουν καμιά σχέση με τον υπερρεαλισμό ως σύλληψη, ως νοοτροπία και ως προοπτική ζωής.

Ο υπερρεαλισμός υπερβαίνει τις χωροχρονικές ομαδοποιήσεις και τις τοποθετήσεις των κατά καιρούς μελών του στο ιστορικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Και δεν είναι δυνατόν να αρνείται κανείς το δικαίωμα σε κάποιον να είναι ή να αισθάνεται σήμερα υπερρεαλιστής και να του ζητά διαπιστευτή­ρια αυθεντικότητας και πειστήρια γνησιότητας, επει­δή δεν έζησε στην συγκεκριμένη ιστορική περίοδο δράσης του κινήματος. Διότι ο υπερρεαλισμός δεν είναι ούτε μέθοδος ούτε σχολή όπως εσφαλμένα έχει επικρατήσει να θεωρείται, αλλά εμπειρία και γενι­κότερα νοοτροπία.

Ο υπερρεαλισμός ως τρόπος σκέψης και δράσης, συνίσταται σε μια ενιαία και αδιαίρετη καταγραφή κάθε μορφής οριακής εμπειρίας, ως πράξης απελευ­θέρωσης του ανθρώπου από ό,τι τον περιορίζει, τον φοβίζει, τον βασανίζει, τον κρατά δέσμιο θεσπισμέ­νων και άγραφων νόμων. Πρόκειται για μια πνευμα­τική δυνατότητα που ικανοποιεί την εγγενή ανάγκη του ανθρώπου να εκφράζεται απολύτως ελεύθερα, έξω από τις κοινωνικές, ηθικές και ιδεολογικές αρχές και τα πλαίσια που καθορίζει η άρχουσα ιδεολογία κάθε εποχής, η οποία επιβάλλει τη χρήση κάποιων “μοντέλων” στη σκέψη και τον λόγο, έννοια σαφώς εξουσιαστική και καταπιεστική, που δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να ξεπεράσει τις επίκτητες αναστολές του και να εξερευνήσει τις κρυμμένες ή λανθάνουσες ψυχοπνευματικές του δυνατότητες και τις επιθυμίες του, που καθορίζουν την εν γένει στάση του έναντι του εξωτερικού κόσμου. Η υπερρεαλιστική υλικοπνευματική διαδικασία εξελίσσεται διαρκώς σε συνάρτηση με τις ατομικές συνθήκες του υποκειμέ­νου από το οποίο προέρχεται και το κοινωνικό περι­βάλλον της εκάστοτε εποχής, με απώτερο σκοπό την διεύρυνση των ορίων της ανθρώπινης ελευθερίας.

Πρωταρχική έννοια αλλά και επιδίωξη του υπερ­ρεαλισμού είναι η χρήση οποιουδήποτε μέσου ή “τεχνικής” ή πηγής έμπνευσης οδηγεί στην άμεση, αυθόρμητη και όσο το δυνατόν μη ελεγχόμενη από τα δεσμά της λογικής έκφραση της σκέψης, με σκοπό την αλλαγή της ανθρώπινης οπτικής απέναντι στα πράγματα, την πραγματικότητα και την ίδια την ζωή.

Η διασύνδεση συνειδητού και υποσυνείδητου, η αδιάκοπη πρόκληση ρήξεων στον νοητικό τομέα, η προτεραιότητα στην απρόσκοπτη ανάπτυξη και έκφραση της φαντασίας, η αποδέσμευση από ηθικές αναστολές, ο μη διαχωρισμός του γνωσιολογικού από τον συγκινησιακό τομέα στο πεδίο της έκφρα­σης, η σύνθεση κεκτημένων γνώσεων και στιγμιαίων αποκαλύψεων σύμφωνα με την αρχή της αυθόρμητης έμπνευσης και την αποδοχή του τυχαίου και της ομι­λούσας σκέψης, η αποσύνδεση της γλώσσας από την ορθολογιστική νοηματοδότησή της, η χρήση του μαύρου χιούμορ, αποτελούν ανε­ξάντλητες πηγές έμπνευσης, αναζήτησης και ανακά­λυψης όψεων της υπερπραγματικότητας, καθώς αυτή σταδιακά συναρμολογείται για να συνθέσει μια ολιστική θεώρηση του κόσμου προς την οποία πάντα στοχεύει ο υπερρεαλισμός. Ο υπερρεαλισμός αποτελεί μία αέναη διαδικασία μετασχηματισμού των ιδεολογι­κών και αισθητικών δεδομένων της εκάστοτε εποχής και διαρκούς εξερεύνησης νέων κωδίκων έκφρασης και επικοινωνίας με βάση την απόλυτη ελευθερία έκφρασης, την αδέσμευτη φαντασία και την αυθόρ­μητη και αλογόκριτη έκθεση κάθε είδους προσωπι­κών, ψυχολογικών και ερωτικών εμμονών. Ο υπερ­ρεαλισμός είναι ένας τρόπος σκέψης, αλλά και θέα­σης και ερμηνείας του κόσμου, που ανεξαρτήτως μορφολογικής κατηγοριοποίησης, συμβάλλει στην απελευθέρωση του πνεύματος από οτιδήποτε το περιορίζει, του θέτει εμπόδια στην έκφρασή του ή του υποδεικνύει τρόπους λειτουργίας και κανόνες συμπεριφοράς στους χώρους που δραστηριοποιείται.

Ο υπερρεαλισμός δεν νοείται απαραιτή­τως ως πιστή προσήλωση στο γράμμα οποιωνδήποτε ιστορικών διακηρύξεων του παρελθόντος, ούτε εκλαμβάνεται ως απλή αναπαραγωγή των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του. Αποτελεί όμως μια όσο το δυνα­τόν ανεξέλεγκτη από την ορθολογιστική τροχοπέδη, απρόσκοπτη νοητική διαδικασία ρήξης με την περιρ­ρέουσα κοινωνική συμβατικότητα και τον κυρίαρχο πνευματικό συντηρητισμό και ταυτόχρονης ανακάλυ­ψης αφανών πτυχών του εσωτερικού μας κόσμου, που όσο ανασύρονται τόσο περισσότερο μας ολοκληρώνουν ως ανθρώπινα όντα.

Και να τώρα που φθάσαμε στο τέλος του εικο­στού αιώνα να κατηγορείται ο υπερρεαλισμός ως ξεπερασμένος, να ανακηρύσσεται η φιλοσοφία του ως απαρχαιωμένη και να γίνεται η προσπάθεια να πεισθούμε πως, θέλοντας και μη, έχουμε εισέλθει σε μια “μεταμο­ντέρνα” κατάσταση, η οποία όμως, παρά τα όσα μεγαλόσχημα γράφονται, παρουσιάζεται παραδόξως κενή περιεχομένου, επιδιώξεων και σκοπών. Εάν σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του μεταμοντερνισμού ο μοντερνισμός θεωρείται πια παρωχημένος, θα θέλαμε τουλάχιστον να δούμε συγκεκριμένα ποια διάδοχη κατάσταση τον υπερκέρασε, με ποια θεω­ρητικά προσόντα, ποιο είναι το ιδεολογικό της περιεχόμενο, ποια είναι η φιλοσοφία της, οι επιδιώ­ξεις της, ποια η γενικότερη στάση ζωής της, εάν και κατά πόσο επιδιώκει την απόλυτη ελευθερία της επιθυμίας και της σκέψης και τι προσφέρει στον τομέα της αποκά­λυψης και απελευθέρωσης όλων των δυνατοτήτων του ανθρώπινου πνεύματος. Ο μεταμοντερνισμός προσφέρει την δυνατότητα παροχής εκλαϊκευμένης και αναμασημένης πνευματικής τροφής για τις αδα­είς μάζες, στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης δημοκρα­τικότητας που παρουσιάζεται να παρέχει μια εύπε­πτη και ανώδυνη γνώση αποσπασματικής μορφής, που δεν συνθέτει ένα γνωστικό ή εμπειρικό σύστημα σκέψης και δεν διαθέτει στόχους, επιδιώξεις, προτι­μήσεις ή ειδοποιούς διαφορές. Σύμφωνα μ’ αυτόν η νέα “μετανεωτερική” προοπτική του ανθρώπου είναι η απόλυτη παράδοση στην αγοραία λογική του “όλα καλά είναι” και η αποδοχή μιας αποϊδεολογικοποιημένης ισοπέδωσης και όχι σύνθεσης των πάντων, δίχως την δυνατότητα κριτικής και συνειδητής τοπο­θέτησης υπέρ του ενός ή του άλλου. Οι δοξασίες του, συνεπικουρούμενες από τους προπαγανδιστές του τέλους της ιστορίας και των ιδεολογιών, υποστηρί­ζουν την κυριαρχία του υποκατάστατου έναντι του πρωτοτύπου έργου και τον θρίαμβο της μαζικής κουλτούρας που παρουσιάζεται ως το υπέρτατο ιδα­νικό για τον σύγχρονο άνθρωπο, υποκείμενο πλύσης εγκεφάλου της διαφήμισης, της καταναλωτικής υστε­ρίας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, που τον προτρέπουν να ασπαστεί την λατρεία του χρήματος και του κέρδους, τονίζοντας ταυτοχρόνως την απα­ξία όλων των θεωριών και πρακτικών κάθε πρωτο­ποριακού κινήματος που προηγήθηκε.

Η κάθε είδους πρωτοπορία εμφανίστηκε στον χώρο της για να υπερβεί ιδεολογικά όρια, να ανα­τρέψει πνευματικούς θεσμούς, να ανακαλύψει νέους τρόπους αντίληψης του ανθρώπινου φαντασιακού και να προτείνει διεξόδους από τον πνευματικό συντηρητισμό και τις κατεστημένες μορφές έκφρα­σης. Ο μεταμοντερνισμός όμως δεν προτείνει διεξό­δους, αλλαγές, ρήξεις, συγκρούσεις ή επαναστάσεις, δεν επιδιώκει να καινοτομήσει, να ανατρέψει κατεστημένες ιδέες και ιδεολογήματα, δεν επιθυμεί να πειραματιστεί, να εφεύρει νέες μορφές πρωτότυπης σύλληψης και έκφρασης του ανθρώπινου πνευματι­κού δυναμικού.

Μας επισημαίνει απλώς πως ό,τι προηγήθηκε είναι σχετικής, αν όχι μηδαμινής, αξίας και μας προ­τείνει αντί της ανανέωσης την αναπαλαίωση και αντί της συνεχούς επινόησης την πλαστογράφηση, προ­τρέποντάς μας να βυθιστούμε μέσα στους οχετούς του ύστερου καπιταλισμού, οι οποίοι εντέχνως παρουσιάζονται να διαθέτουν μια κυρίαρχη πολιτι­στική αξία, για να συμβαδίζουμε με την τελευταία διανοουμενίστικη μόδα. Αυτή η αντιδημιουργική και παραιτημένη από κάθε διεκδίκηση στάση του μετα­μοντερνισμού αποτελεί το πλέον λαϊκίστικο ιδεολό­γημα της σύγχρονης εποχής και είναι ενδεικτική της συντηρητικής του φύσης και των οπισθοδρομικών του επιδιώξεων. Αποτελεί επίσης τον πλέον επικίν­δυνο για το μέλλον της ανθρώπινης σκέψης και δρά­σης πνευματικό ευνουχισμό, γι’ αυτό και αναδεικνύε­ται ως απολύτως βολικός στο εξουσιαστικό κατε­στημένο που τον υποστηρίζει.

Φθάνοντας λοιπόν στα εγχώρια πολιτιστικά πράγματα οφείλω να γνωστοποιήσω την δυσαρέ­σκειά μου, που πολλές φορές φθάνει μέχρι και την ανοιχτή εχθρότητα, για την σύγχρονη νεοελληνική πνευματική κατάσταση. Καταδικάζω απερίφραστα την επιβολή της γενικευμένης κοινοτοπίας ως αξιό­λογο πολιτιστικό μέγεθος, κυρίως στον χώρο του γραπτού λόγου, καθώς και την επικράτηση της περιρρέουσας μετριότητας και του ιδεολογικού συντηρητισμού κυρίως μέσω της αφόρητης μυθιστο­ρηματικής πλημμυρίδας που αναλώνεται στην περι­γραφή των πλέον επιπόλαιων ή ανόητων όψεων της φθοροποιού καθημερινότητας ή των πλέον άγονων και οπισθοδρομικών εθνοκεντρικών υποθέσεων και του αναμασήματος “περασμένων μεγαλείων” που παρουσιάζονται ως σπουδαία επιτεύγματα της σύγ­χρονης λογοτεχνίας.

Δεν τρέφω καμιά εκτίμηση και δεν διατηρώ κανένα σεβασμό για την συντριπτική πλειοψηφία της παλιότερης αλλά και της σύγχρονης ελληνικής λογο­τεχνίας, η οποία ανέκαθεν διακρινόταν για τα πλέον αντιδραστικά και συντηρητικά γνωρίσματα και τις πλέον απεχθείς ηθικές και θρησκευτικές εμμονές, πολιτικο-κοινωνικές ιδεοληψίες, οπισθοδρομικά δόγματα και αφόρητο διδακτισμό, αηδιασμένος από το επί πολλές δεκαετίες αναμάσημά τους και την συνεχή προπαγάνδισή τους με υπερβολικούς επαί­νους από την κριτική που προσπαθεί να προσδώσει σχεδόν σε όλα τα έργα της κύρος και αξία δυσανά­λογη της πραγματικής.

Δεν αισθάνομαι καθόλου υπερήφανος ούτε για το “ένδοξο παρελθόν” και τις “υψηλές” πολιτιστικές αξίες του ανθρωπισμού, της αρετής, του ορθολογι­σμού της σωφροσύνης, και του μέτρου της αρχαιότη­τας, ούτε για την σημερινή στείρα παρελθοντολογία και αναπαραγωγή παρωχημένων ιδεολογημάτων με τα οποία ακόμη ανατρέφονται οι νεότερες γενιές και με τα οποία γίνεται προσπάθεια να πείσουμε ως λαός, όχι μόνο για την όποια ιδιαιτερότητά μας, αλλά ακόμη και για την δήθεν ανωτερότητά μας έναντι των άλλων. Κανένα ελαφρυντικό για τους πνευματι­κούς δυνάστες, τους “επώνυμους”, τους ψευδόσοφους, τους σπουδαιοφανείς, τις μεγαλόσχημες προ­σωπικότητες, τους κατόχους παντός είδους θέσεων και αξιωμάτων, τις αυτοπροβαλλόμενες λογοτεχνι­κές ασημαντότητες, οι οποίοι είτε με τα έργα τους, είτε με το αποκτηθέν μέσω της υπερβολικής προβο­λής και δημοσιότητας “κύρος” τους, είτε με την εν γένει συμπεριφορά τους, δεν επιτρέπουν να επιβιώ­σει και να ακουστεί οποιαδήποτε φωνή τούς χαλά το αυτάρεσκο οικοδόμημα της τυφλής υπακοής τους στα κυρίαρχα ιδεολογήματα που ενισχύει τις επίβου­λες διαθέσεις τους, την πλεονεξία και την ιδιοτέλειά τους. Δεν υπάρχει κανένα κοινό σημείο μεταξύ μας, δεν έχουμε την ίδια νοοτροπία, ούτε μοιραζόμαστε τις ίδιες πνευματικές αξίες, δεν πρόκειται να συμφι­λιωθούμε ποτέ αφού δεν ανήκουμε στον ίδιο κόσμο αν και ζούμε αναγκαστικά σε αυτόν. Ως υπέρμαχος και όχι οπαδός του υπερρεαλισμού, της πλέον απελευθερωτικής δυνατότητας που απέκτησε ποτέ ο άνθρωπος για να δραπετεύσει από την μονοδιάστα­τη αντίληψη της θέσης του και του ρόλου του στον κόσμο, σε ανοιχτή διένεξη με την αντικειμενική πραγματικότητα, μέσα στην σημερινή παρακμιακή εποχή της κυρίαρ­χης απάθειας, της πνευματικής αποτελμάτωσης και του γενικευμένου εγκωμιασμού του ανώδυνου και του ευτελούς, έρχομαι να προτείνω την αντίσταση σε αυτό τον πνευματικό ευνουχισμό μαζικών προδια­γραφών και σε αυτό τον ιδεολογικό αποπροσανατο­λισμό τεραστίων διαστάσεων που συνεχίζει να συντελείται, με πρώτη και κύρια ενέργεια την κατα­στροφή των σύγχρονων πολιτιστικών αξιών και ειδι­κότερα την κατάργηση της λογοτεχνίας με την μορφή που την γνωρίζουμε σήμερα. Η αμφισβήτηση όλων των υπαρχόντων θεσμών και η αναίρεση των παραδεκτών δεδομένων, είναι βαθιά αναγκαιότητα κάθε υποστηρικτού της απόλυτης ατομικής ελευθερίας και αναφαίρετο δικαίωμα της ύπαρξής μας ως ζωντανά και σκεπτόμενα ανθρώπινα όντα. Στις σημερινές λοιπόν συνθήκες η αμφισβήτηση πρέπει να γίνει άρνηση και πρόκληση αναταραχής και να εστιαστεί ενάντια σε ένα σωρό χρεοκοπημένες έννοιες, βλαβε­ρές συνήθειες και παραπλανητικά ιδεολογήματα που έχουν επιβληθεί ως απόλυτες αξίες του πνεύμα­τος ή αναγκαστικά παρεπόμενα της ζωής, που καθώς κυλά με αυτό τον τρόπο εξελίσσεται ολοένα σε μια μίζερη επιβίωση.

 

[Το κείμενο αυτό, σε μια αρχική μορφή, πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πόρφυρας», Τεύχος 94, Κέρκυρα, Απρίλιος – Ιούνιος 2000, σελ. 425-428].

 

 

 

 


Ότι ακολουθεί αποτελεί διαφημιστικό υλικό, ξένο προς τη σελίδα


Free Web Page Hit Counter
tooth whitening